Home > Term: η αλόη
η αλόη
Γένος ζουμερές φυτών που περιλαμβάνει 200 είδη, οι ιθαγενείς πλειοψηφία της S. Αφρική, πολύτιμες στον τομέα της ιατρικής, κυρίως μια purgative από το χυμό των φύλλων αρκετών ειδών.
- Szófaj: noun
- Ipar/Tárgykör: Nyelv
- Kategória: Encyclopedias
- Organization: Project Gutenberg
0
Szerzőb
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)