Home > Term: κράμα
κράμα
Ένα μίγμα δύο ή περισσοτέρων μετάλλων που δημιουργήθηκε για να ενισχύσει τη δοσολογία ή/και την εμφάνιση του ένα συγκεκριμένο μέταλλο.
- Szófaj: noun
- Ipar/Tárgykör: Jewelry
- Kategória: General jewelry
- Company: Kay Jewelers
0
Szerzőb
- Electra Voulgari
- 100% positive feedback